- Βάρνα
- Πόλη (314.539 κάτ. το 2001) της ΒΑ Βουλγαρίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου διοικητικού διαμερίσματος (11.920 τ. χλμ., 887.222 κάτ. το 2001), το οποίο περιλαμβάνει τις ανατολικότερες διακλαδώσεις του Ντελί Ορμάν (Λούντα Γκόρα) και του Αίμου (Στάρα Πλάνινα), καθώς και το κάτω μέρος της κοιλάδας Καμτσίγια. Χτισμένη στις ακτές ενός μεγάλου κόλπου της Μαύρης Θάλασσας, είναι μία από τις περισσότερο ανθηρές οικονομικά πόλεις της Βουλγαρίας. Η Β. μπόρεσε να αντισταθμίσει την απώλεια της εκτεταμένης οικονομικής ενδοχώρας που αποτελούσε η Δοβρουτσά, η οποία παραχωρήθηκε στη Ρουμανία, ισχυροποιώντας μερικές βιομηχανίες της (τροφίμων, κονσερβών, υφαντουργική, δέρματος και καπνού) και ενισχύοντας τον τουρισμό. Έχει πανεπιστήμιο, πολυτεχνείο, ναυτική ακαδημία και μερικές ενδιαφέρουσες εκκλησίες και τζαμιά, καθώς και αρχαιολογικό μουσείο. Τον 6o αι. π.Χ. την ίδρυσαν οι Έλληνες (Οδησσός), τον 1o αι. μ.Χ. την κατέλαβαν οι Ρωμαίοι (Τιβεριούπολις) και ύστερα οι Βυζαντινοί. Στους επόμενους αιώνες αποτέλεσε το αντικείμενο διαμάχης μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων, αργότερα των Τούρκων που την κατέλαβαν το 1391, των Ούγγρων και των Πολωνών και, στη συνέχεια, των Τούρκων και των Ρώσων, οι οποίοι την κατέλαβαν το 1828. Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κριμαίας (1854) καταστράφηκε από πυρκαγιά. Σημείωσε μεγάλη ανάπτυξη μετά την απομάκρυνση των Τούρκων (1878) και έγινε το μεγαλύτερο λιμάνι του πριγκιπάτου της Βουλγαρίας καθώς και εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Το 1949 μετονομάστηκε σε Στάλιν, αλλά το 1961 ξαναπήρε τη σημερινή της ονομασία, με την οποία ήταν γνωστή από τον 7o αι. Μάχη της Β. Ιστορική μάχη που έγινε στις 10 Νοεμβρίου 1444 ανάμεσα στους Τούρκους από το ένα μέρος και τους Ούγγρους και τους χριστιανούς συμμάχους τους από το άλλο. Συγκεκριμένα, με πρωτοβουλία του σουλτάνου Μουράτ Β’ υπογράφηκε στις 12 Ιουλίου 1444 δεκαετής συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Τούρκων και των Ούγγρων, που όριζε την απόδοση της Σερβίας και της Ερζεγοβίνης στον βασιλιά της Σερβίας και τη διατήρηση της ουγγρικής επικυριαρχίας στη Βλαχία. Ωστόσο, λίγο αργότερα ο καρδινάλιος Ιούλιος Καισαρίνης –θέλοντας να επωφεληθεί από την παραίτηση του Μουράτ Β’ από τον θρόνο– κατόρθωσε να πείσει τον βασιλιά Λαδίσλαο να οργανώσει νέο πόλεμο κατά των Τούρκων. Πράγματι, ο Ούγγρος βασιλιάς, αφού εξασφάλισε και την άδεια του πάπα, αποφάσισε να παραβιάσει τη συνθήκη ειρήνης με τους Τούρκους και να στραφεί με τον στρατό του (στον οποίο μετείχαν και οι δυνάμεις των ηγεμόνων της Βλαχίας και της Τρανσυλβανίας Βλαδ Δράκουλ και Ουνυάδη) προς τη Β., όπου και έστησε το στρατόπεδό του. Το γεγονός αυτό ανάγκασε τον δεκατετράχρονο σουλτάνο Μωάμεθ Β’, που ήταν γιος του Μουράτ, να ζητήσει από τον πατέρα του να αναλάβει και πάλι την αρχηγία του στρατού. Ο τελευταίος, ύστερα και από τις επανειλημμένες παρακλήσεις των βεζίρηδων Χαλίλ πασά και Σαρουντζά πασά, τέθηκε επικεφαλής του τουρκικού στρατού και αφού πέρασε τον Βόσπορο, μισθώνοντας για τον σκοπό αυτό γενοβέζικα πλοία, βάδισε εναντίον της Β. και στρατοπέδευσε σε μικρή απόσταση από τους Ούγγρους. Στη μάχη που ακολούθησε, οι Ούγγροι κατόρθωσαν να προελάσουν με ηγέτη τον Ουνυάδη μέχρι τη σκηνή του σουλτάνου, αλλά τελικά αναγκάστηκαν –εξαιτίας της εξόντωσης του βασιλιά τους Λαδίσλαου– να αναδιπλωθούν και να υποχωρήσουν, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους αντιπάλους τους να αντεπιτεθούν και να τους συντρίψουν.
Dictionary of Greek. 2013.